proscrizióne
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [proskritˈtsjone]
1 απαγόρευση
2 μαύρη λίστα
3 προγραφή
4 δίωξη αντιπάλων χωρίς διακρίσεις
5 καταδίκη αντιπάλων χωρίς διατυπώσεις
6 εκτοπισμός
7 εξόριση
8 εξορισμός
9 εξορία
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [proskritˈtsjone]
1 απαγόρευση
2 μαύρη λίστα
3 προγραφή
4 δίωξη αντιπάλων χωρίς διακρίσεις
5 καταδίκη αντιπάλων χωρίς διατυπώσεις
6 εκτοπισμός
7 εξόριση
8 εξορισμός
9 εξορία
permalink
proscrizione (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android