ItalianoGreco


rasièra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [raˈsjɛra], [raˈzjɛra]

1 στλεγγίς
2 ξέστρα
3 ξύστρα
4 ξεστήρ
5 ξύστης
6 ξέστρο
7 ξύστρα καθαρίσματος καλουπιού
8 ξυστήρι
9 ξύστρον
10 εργαλείο τροχίσματος δρεπανιού


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z