ItalianoGreco


ravvolgiménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ravvolʤiˈmento]

1 χρήση πλάγιων μεθόδων
2 στρυφνότητα
3 κάμψη
4 περιέλιξη
5 περιτύλιγμα
6 τύλιγμα
7 απατηλότητα
8 μπλέξιμο
9 πανουργία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z