ItalianoGreco


riccóne  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [rikˈkone]

1 δισεκατομμυριούχος
2 εξαιρετικά πλούσιος
3 βαθύπλουτος
4 πάμπλουτος
5 μαχαραγιάς
6 ζάπλουτος
7 μυριόπλουτος
8 μεγιστάνας


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---