ridimensionaménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ridimensjonaˈmento]
1 αναδιοργάνωση
2 περικοπή δαπανών
3 νέα αξιολόγηση
4 επανεξέταση
5 νέα αποτίμηση
6 ανασύνταξη
7 ελάφρυνση
8 μείωση
9 ελάττωση εξόδων
10 περισυλλογή
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ridimensjonaˈmento]
1 αναδιοργάνωση
2 περικοπή δαπανών
3 νέα αξιολόγηση
4 επανεξέταση
5 νέα αποτίμηση
6 ανασύνταξη
7 ελάφρυνση
8 μείωση
9 ελάττωση εξόδων
10 περισυλλογή
permalink
ridimensionamento (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android