ItalianoGreco


rilanciàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [rilanˈʧare]

1 πετώ ξανά
2 εκσφενδονίζω πίσω
3 ρίχνω ξανά
4 ανεβάζω το κτύπημα (στα χαρτιά)
5 κάνω ρελάνς (στα χαρτιά)
6 εκτοξεύω πάλι

rilanciarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [rilanˈʧarsi]

ξαναρίχνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---