ItalianoGreco


rimanénte  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [rimaˈnɛnte]

1 περίσσευμα
2 κατάλοιπο
3 ρετάλι
4 κατακάθι
5 υπόλειμμα
6 απομεινάρι

rimanénte  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [rimaˈnɛnte]

1 κατάλοιπος
2 επίλοιπος
3 λοιπός
4 εναπομένων
5 υπολειπόμενος
6 ρέστος
7 αποδέλοιπος
8 υπόλοιπος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---