ItalianoGreco


rimpennarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [rimpenˈnarsi]

1 βγάζω νέο φτέρωμα
2 σηκώνομαι στα πίσω πόδια (για άλογο)
3 βελτιώνω την οικονομική μου θέση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---