ItalianoGreco


ristabilìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ristabiˈlire]

1 ιδρύω εκ νέου
2 ανοικοδομώ
3 αποκαθιστώ
4 ανιδρύω
5 επαναφέρω
6 αποδίδω
7 επανιδρύω
8 ανανεώνω
9 παλινορθώνω
10 ανασυσταίνω
11 ανασυνιστώ
12 συνεφέρνω

ristabilirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [ristabiˈlirsi]

1 ανακαρώνω
2 καρδαμώνω
3 ανακτώ δυνάμεις
4 αναρρώνω
5 ξεγυρίζω
6 ανακτώ
7 αναλαμβάνω
8 δυναμώνω
9 παίρνω απάνω μου


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---