ItalianoGreco


rivogàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [rivoˈgare]

κωπηλατώ ξανά

rivogàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [rivoˈgare]

1 πασάρω
2 δίνω ψεύτικο χαρακτήρα
3 εξαπατώ
4 ξεφορτώνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---