ItalianoGreco


sabotàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [saboˈtare]

1 υπονομεύω
2 κάνω σαμποτάζ
3 αποσταθεροποιώ
4 τορπιλίζω
5 υποσκάπτω
6 υποσκάβω
7 δυναμιτίζω
8 επιβουλεύομαι
9 μινάρω
10 σαμποτάρω
11 ναρκοθετώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---