ItalianoGreco


scalétta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [skaˈletta]

1 σενάριο εργασίας
2 σκαλίτσα με στενά σκαλιά
3 κείμενο εργασίας ταινίας


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---