ItalianoGreco


schèda  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈskɛda]

το δελτίο, η καρτέλα


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


scheda [θηλ.] telefonica = η τηλεκάρτα || telefono [αρσ.] a schede = το καρτοτηλέφωνο



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---