schernìre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [skerˈnire]
1 αναγελώ
2 λοιδορώ
3 προπηλακίζω
4 αιξωνεύομαι
5 καγχάζω
6 γελώ
7 καταγελώ
8 ονειδίζω
9 διαπομπεύω
10 μυκτηρίζω
11 σαρκάζω
12 περιγελώ
13 χλευάζω
14 προγκάω
15 ειρωνεύομαι
16 σκώπτω
17 κατειρωνεύομαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [skerˈnire]
1 αναγελώ
2 λοιδορώ
3 προπηλακίζω
4 αιξωνεύομαι
5 καγχάζω
6 γελώ
7 καταγελώ
8 ονειδίζω
9 διαπομπεύω
10 μυκτηρίζω
11 σαρκάζω
12 περιγελώ
13 χλευάζω
14 προγκάω
15 ειρωνεύομαι
16 σκώπτω
17 κατειρωνεύομαι
permalink
schernire (ρ. μτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android