ItalianoGreco


schiariménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [skjariˈmento]

1 πληροφορία
2 διαφωτισμός
3 διευκρίνηση
4 αποσαφήνιση
5 επεξήγηση
6 διαφώτιση
7 διεκπεραίωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---