sconsideratézza
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [skonsideraˈtettsa]
1 απρονοησία
2 έλλειψη επαγρύπνησης
3 κακοκεφαλιά
4 απερισκεψία
5 αποκοτιά
6 ρίσκο
7 αψηφισιά
8 ασύνετη πράξη
9 αβλεψία
10 απροσεξία
11 αδιαφορία
12 αδιακρισία
13 έλλειψη φροντίδας
14 επιπολαιότητα
15 αστοχασιά
16 ασυλλογισιά
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [skonsideraˈtettsa]
1 απρονοησία
2 έλλειψη επαγρύπνησης
3 κακοκεφαλιά
4 απερισκεψία
5 αποκοτιά
6 ρίσκο
7 αψηφισιά
8 ασύνετη πράξη
9 αβλεψία
10 απροσεξία
11 αδιαφορία
12 αδιακρισία
13 έλλειψη φροντίδας
14 επιπολαιότητα
15 αστοχασιά
16 ασυλλογισιά
permalink
sconsideratezza (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android