Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsegnalazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [seɲɲalatˈtsjone] 1 καθορισμός με σημάδι 2 σήμα 3 σημάδεμα 4 σήμανση 5 σηματοδότηση 6 εισήγηση 7 υπόδειξη 8 επισήμανση 9 εκπομπή σήματος 10 σταμπάρισμα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαrazzo [αρσ.] di segnalazione = οι φωτοβολίδες [f.] Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |