Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsemplicióne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [sempliˈʧone] 1 αγαθιάρης 2 χαζούλιακας 3 χαζοχαρούμενος 4 χαζοβιόλης 5 βλάκας 6 κουτός 7 άπειρος 8 κορόιδο 9 άβγαλτος 10 χαὶβάνι 11 χάχας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |