Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsmerigliatrìce
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [zmeriʎʎaˈtriʧe] 1 σβούρα γυαλίσματος με γυαλόχαρτο 2 μηχανή τριψίματος με σμυριδόχαρτο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |