Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsmerigliatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [zmeriʎʎaˈtura] 1 τρόχισμα 2 γυάλισμα με σμυριδόχαρτο 3 τρίψιμο με σμυριδόχαρτο 4 λείανση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |