Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsomigliànte
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [somiʎˈʎante] 1 πανομοιότυπος 2 παρεμφερής 3 παρόμοιος 4 ομοιάζων 5 όμοιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |