ItalianoGreco


spudoratézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [spudoraˈtettsa]

1 αφιλοτιμία
2 αναισχυντία
3 ξετσιπωσιά
4 παράλογη τόλμη
5 θρασύτητα
6 αυθάδεια
7 αδιαντροπιά
8 θράσος
9 προπέτεια
10 ξεδιαντροπιά


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---