ItalianoGreco


squarciàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [skwarˈʧare]

1 κουρελιάζω
2 ξεσκίζω
3 καταξεσχίζω
4 ξεσχίζω
5 σχίζω
6 σκίζω
7 καταρρακώνω
8 διαρρηγνύω

squarciarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [skwarˈʧarsi]

1 σχίζομαι
2 κρεπάρω
3 κουρελιάζομαι
4 σκίζομαι
5 διαχωρίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---