ItalianoGreco


subìsso  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [suˈbisso]

1 καταστροφή
2 ερείπωση
3 τεράστια ποσότητα
4 μεγάλη ποσότητα
5 αποθεμελίωση
6 κατάρρευση
7 συντριβή
8 αφανισμός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---