ItalianoGreco


sublìme  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [suˈblime]

σουμπλιμέ

sublìme  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [suˈblime]

1 ονειρεμένος
2 ονειρικός
3 ονειρώδης
4 θεσπέσιος
5 εξαιρετικός
6 εξαίσιος
7 θαυμάσιος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---