svampàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [zvamˈpare]
1 μειώνω την ένταση
2 μειώνω δραστηριότητα
3 ηρεμώ
4 ξεσπώ
5 αστράφτω λαμπερά
6 εκρήγνυμαι
7 σκάζω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [zvamˈpare]
1 μειώνω την ένταση
2 μειώνω δραστηριότητα
3 ηρεμώ
4 ξεσπώ
5 αστράφτω λαμπερά
6 εκρήγνυμαι
7 σκάζω
permalink
svampare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android