ItalianoGreco


tiorbìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [tiorˈbista]

οργανοπαίκτης μεγάλου λαούτου του 17ου αιώνα με δύο λαιμούς και δυο σετ χορδών


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z