ItalianoGreco


tonalità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [tonaliˈta]

1 χρωματική σταδιακή διαβάθμιση
2 διαβάθμιση
3 χροιά
4 τονικότητα
5 απόχρωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---