ItalianoGreco


tòpica  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈtɔpika]

1 σοβαρό κοινωνικό λάθος
2 γκάφα
3 εθιμοτυπική απρέπεια
4 επιχείρημα
5 θέμα διαμάχης (ρητορική)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---