ItalianoGreco


transazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [transatˈtsjone]

1 συμφιλίωση
2 δοσοληψία
3 αγοραπωλησία
4 διακανονισμός
5 τακτοποίηση
6 διευθέτηση
7 συμβιβασμός
8 συνδιαλλαγή
9 αλισβερίσι
10 συναλλαγή
11 ληψοδοσία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---