ItalianoGreco


vivificatóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [vivifikaˈtore]

1 τονωτικός
2 δυναμωτικός
3 αναζωογονητής
4 ζωτικός
5 αναζωογονητικός
6 ζωογόνος
7 ζωοποιός
8 αναγεννητικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z