Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

collusìvo (επίθ.) còlon (ουσ αρσ )
collutòrio (ουσ αρσ ) colònia (θηλ.ουσ)
colluttàre (ρ.αμτβ.) coloniàle (ουσ αρσ και θηλ.)
colluttarsi (ρ.μ. (αντων.)) coloniàle (επίθ.)
colluttazióne (θηλ.ουσ) colonialìsmo (ουσ αρσ )
collùvie (θηλ.ουσ) colonialìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
cólma (θηλ.ουσ) colonialìstico (επίθ.)
colmàre (ρ. μτβ.) colònico (επίθ.)
colmàta (θηλ.ουσ) colonizzàre (ρ. μτβ.)
colmatùra (θηλ.ουσ) colonizzatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
cólmo (ουσ αρσ ) colonizzazióne (θηλ.ουσ)
colocàsia (θηλ.ουσ) colónna, colònna (θηλ.ουσ)
colofóne (ουσ αρσ ) colonnàre (επίθ.)
colofònia (θηλ.ουσ) colonnàto (ουσ αρσ )
cologarìtmo (ουσ αρσ ) colonnàto (επίθ.)
colómba (θηλ.ουσ) colonnèllo (ουσ αρσ )
colombàccio (ουσ αρσ ) colonnìna (θηλ.ουσ)
colombàia (θηλ.ουσ) colòno (ουσ αρσ )
colombàrio (ουσ αρσ ) coloràbile (επίθ.)
colombèlla (θηλ.ουσ) colorànte (ουσ αρσ και θηλ.)
colombicoltóre (ουσ αρσ ) colorànte (επίθ.)
colombicoltùra (θηλ.ουσ) coloràre (ρ. μτβ.)
colombière (ουσ αρσ ) coloràrsi (ρ. μ. αμτβ.)
colombìna (θηλ.ουσ) coloràto (επίθ.)
colómbo (ουσ αρσ ) colorazióne (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: