ItalianoGreco


accomodànte  
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [akkomoˈdante]

1 ανέμελος
2 συμβιβαστικός
3 συμφιλιωτικός
4 υποχρεωτικός
5 εξυπηρετικός
6 αμέριμνος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---