agévole
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [aˈʤevole]
1 δεκτός
2 ανεκτός (για τιμή)
3 λογικός (για τιμή)
4 οικονομικά αποδεκτός
5 καλοδιάθετος
6 βολετός
7 ευχερής
8 εύκολος
9 βολικός
10 αποδεκτός
11 άνετος
12 καλόβολος
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [aˈʤevole]
1 δεκτός
2 ανεκτός (για τιμή)
3 λογικός (για τιμή)
4 οικονομικά αποδεκτός
5 καλοδιάθετος
6 βολετός
7 ευχερής
8 εύκολος
9 βολικός
10 αποδεκτός
11 άνετος
12 καλόβολος
permalink
agevole (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android