ItalianoGreco


atterrìre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [atterˈrire]

1 τρομοκρατώ
2 εκφοβίζω
3 φοβίζω
4 κατατρομάζω

atterrìrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [atterˈrirsi]

1 φοβούμαι
2 πτοούμαι
3 τρομοκρατούμαι
4 τρομάζω
5 σκιάζομαι
6 ορρωδώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---