ItalianoGreco


caditóia  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [kadiˈtoja]

1 οχετός
2 καταπακτή
3 πόρτα σοφίτας
4 τραμπουκέτο (θέατρο)
5 καθέκτης (θέατρο)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---