Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


cinegiornàle  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ʧineʤorˈnale]

ντοκιμαντέρ με νέα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  cinegetico cinelandia  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

cinedilettante (ουσ αρσ και θηλ.)
cinedilettantismo (ουσ αρσ )
cinedo (ουσ αρσ )
cineforum (ουσ αρσ )
cinegetico (επίθ.)
cinegiornale (ουσ αρσ )
cinelandia (θηλ.ουσ)
cinema (ουσ αρσ )
cinema (ουσ αρσ )
cinemascope (ουσ αρσ )
cinemateatro (ουσ αρσ )
cinematica (θηλ.ουσ)
cinematico (επίθ.)
cinematografare (ρ. μτβ.)
cinematografaro (ουσ αρσ )
cinematografia (θηλ.ουσ)
cinematografico (επίθ.)
cinematografo (ουσ αρσ )
cineparco (ουσ αρσ )
cinepresa (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---