Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcitarìsta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ʧitaˈrista] 1 λυράρης 2 οργανοπαίκτης λύρας 3 μουσικός οργανοπαίκτης σαντουριού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |