Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


còclea  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈkɔklea]

1 έλικας
2 κοχλίας του Αρχιμήδη
3 έλικας ιωνικού κιονόκρανου
4 δίοδος άγριου θηρίου
5 κοχλίας αυτιού
6 λαβύρινθος αυτιού
7 κοχλίας


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  cocktail cocleare  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

coccolo (ουσ αρσ )
coccoloni (επίρ.)
cocente (επίθ.)
cocker (ουσ αρσ )
cocktail (ουσ αρσ )
coclea (θηλ.ουσ)
cocleare (επίθ.)
coclearia (θηλ.ουσ)
cocolla (θηλ.ουσ)
cocomeraio (ουσ αρσ )
cocomero (ουσ αρσ )
cocorita (θηλ.ουσ)
cocuzza (θηλ.ουσ)
cocuzzolo (ουσ αρσ )
coda (θηλ.ουσ)
codardia (θηλ.ουσ)
codardo (ουσ αρσ )
codardo (επίθ.)
codazzo (ουσ αρσ )
codeina (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---