Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcoèvo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [koˈɛvo] 1 ίδιας ηλικίας 2 συνομήλικος 3 ίδιας αρχαιότητας 4 ίδιας διάρκειας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |