ItalianoGreco


dissimulatóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [dissimulaˈtore]

1 φαρισαίος
2 κρυψίνους
3 διπλοπρόσωπος
4 ανειλικρινής
5 υποκριτής
6 διπρόσωπος
7 δόλιος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---