ItalianoGreco


distruttóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [distrutˈtore]

1 ξεθεμελιωτής
2 χαλαστής
3 λυμεώνας
4 ολετήρας
5 βάνδαλος
6 εκθεμελιωτής
7 καταστροφέας
8 αφανιστής
9 εξολοθρευτής

distruttóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [distrutˈtore]

1 εκθεμελιωτικός
2 καταστρεπτικός
3 εκμηδενιστικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---