finzióne
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [finˈtsjone]
1 μυθοπλασία
2 νόθευση
3 δολιότητα
4 υποκρισία
5 χάλκευση
6 επινόηση
7 προσποίηση
8 απομίμηση
9 πρόφαση
10 πλάνη
11 εξαπάτηση
12 παραπλάνηση
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [finˈtsjone]
1 μυθοπλασία
2 νόθευση
3 δολιότητα
4 υποκρισία
5 χάλκευση
6 επινόηση
7 προσποίηση
8 απομίμηση
9 πρόφαση
10 πλάνη
11 εξαπάτηση
12 παραπλάνηση
permalink
finzione (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android