ItalianoGreco


florìcolo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [floˈrikolo]

1 λουλουδάτος
2 άνθινος
3 ανθοκομικός
4 λουλουδένιος
5 που ζει από τα λουλούδια
6 ανθικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---