ItalianoGreco


formàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [forˈmare]

σχηματίζω

formarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [forˈmarsi]

1 γίνομαι
2 εκπαιδεύομαι
3 τακτοποιούμαι
4 διαπλάθομαι
5 διαμορφώνομαι
6 μορφοποιούμαι
7 σχηματίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---