ItalianoGreco


fòrza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈfɔrtsa]

η δύναμη, η ισχύς


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


a forza # per forza = με το ζόρι || forza [θηλ.] di volontà = η δύναμη θέλησης || forza! = έλα!, εμπρός! || forze [θηλ. πλυθ.] armate = τα στρατεύματα, ενόπλες δυνάμεις || mare [αρσ.] forza due = δύο μποφόρ



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---