ItalianoGreco


guardavìa  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [,gwardaˈvia]

1 μπαριέρα ασφαλείας δρόμου
2 προστατευτικό κιγκλίδωμα δρόμου
3 κάγκελα σκάλας


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---