impèrvio
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [imˈpɛrvjo]
1 αδιαπέραστος
2 απέραστος
3 απροσπέλαστος
4 δύσκολος
5 ανέφικτος
6 αδιάβατος
7 άφθαστος
8 απρόσιτος
9 δύσβατος
10 άβατος
11 δυσπρόσιτος
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [imˈpɛrvjo]
1 αδιαπέραστος
2 απέραστος
3 απροσπέλαστος
4 δύσκολος
5 ανέφικτος
6 αδιάβατος
7 άφθαστος
8 απρόσιτος
9 δύσβατος
10 άβατος
11 δυσπρόσιτος
permalink
impervio (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android