ItalianoGreco


inoltràto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [inolˈtrato]

1 ευδοκιμών
2 προοδευμένος
3 εξελιγμένος
4 προηγμένος
5 πάρωρος
6 προχωρημένος
7 όψιμος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---