leccapiàtti
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [,lekkaˈpjatti]
1 αμακατζής
2 χαραμοφάης
3 τρακαδόρος
4 αμακαδόρος
5 τσαμπατζής
6 πότης
7 τρακαδόρος
8 σελέμης
9 φαγάς
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [,lekkaˈpjatti]
1 αμακατζής
2 χαραμοφάης
3 τρακαδόρος
4 αμακαδόρος
5 τσαμπατζής
6 πότης
7 τρακαδόρος
8 σελέμης
9 φαγάς
permalink
leccapiatti (ουσ αρσ και θηλ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android