ItalianoGreco


leccapiàtti  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [,lekkaˈpjatti]

1 αμακατζής
2 χαραμοφάης
3 τρακαδόρος
4 αμακαδόρος
5 τσαμπατζής
6 πότης
7 τρακαδόρος
8 σελέμης
9 φαγάς


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---